Τσαρούχης Γιάννης (1910-1989)
Γεννήθηκε στον Πειραιά (1910-1989) και φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1929-35). Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Φώτη Κόντογλου (1931-34), που τον μύησε στη βυζαντινή ζωγραφική, ενώ μελέτησε τη λαϊκή αρχιτεκτονική κι ενδυμασία.
Μαζί με τους Δημήτρη Πικιώνη, Φώτη Κόντογλου και Άγγελο Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης.
Στα 1935-6 αφού πρώτα επισκέφτηκε τη Κωνσταντινούπολη, ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Ήρθε σ’ επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης και του Ιμπρεσιονισμού. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς κι ο Τζακομέτι.
Το ’38, πραγματοποίησε την Α’ ατομική του έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης στην Αθήνα. Το ’47 πραγματοποίησε 2 ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια.
Το ’51 εξέθεσε σε Παρίσι και Λονδίνο και το ’53 υπέγραψε συμβόλαιο με τη Γκαλερί Ιόλας της Νέας Υόρκης. Το ’56 υπήρξε υποψήφιος για το Βραβείο Γκούγκενχαϊμ και το ’58 πήρε μέρος στη Μπιενάλε της Βενετίας.
Το ’82 άνοιξε το Μουσείο Γ. Τσαρούχη στο Μαρούσι στο σπίτι του, που ο ίδιος το μετέτρεψε, παραχωρώντας τη προσωπική συλλογή των έργων του. Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του. Σημαντική υπήρξε κι η ενασχόληση του με τη σκηνογραφία. Το ’77 ανέβασε ο ίδιος τις “Τρωάδες” του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία.
Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων, τη μετάφραση και συγγραφή βιβλίων για τη τέχνη.
Υπήρξε ίσως ο πλέον διακεκριμένος εκπρόσωπος της εικαστικής γενιάς του ’30, που προσπάθησε ιδιαίτερα να συνδυάσει τις επιταγές της “ελληνικότητας” με το ιδίωμα του “μοντερνισμού”. Υλικά της δουλειάς του ήταν η λιτή χρωματική κλίμακα κι η αυστηρά κομψή γραμμή της βυζαντινής εικόνας. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να αναβιώσει μέσα από τα έργα του την παράδοση.
Διαμόρφωσε με το ευρύ φάσμα των καλλιτεχνικών του δραστηριοτήτων την αισθητική των Νεοελλήνων μεταπολεμικά.